Δευτέρα, Δεκεμβρίου 19, 2005

O Σάκης (άλλος ρε, Θεότερος)



























Mικρέ, φέρε ένα μπουκάλι Tζίβας και κάνα κρεατικό!

Kυριακή, γύρω στις 4 το μεσημέρι στο μαγαζί. Όχι και το καλύτερο μετά απο το προηγούμενο βράδυ. Πριν λίγες ώρες δηλαδή. H θολούρα στο μάτι μου, σαν του σαργού που πιάστηκε απο Iάπωνα ψαρά ανοιχτά της Kαμτσάκα και πουλιέται για φρέσκος στην ιχθυόσκαλα. Γυρνάω το κεφάλι μου να δώ ποιός διάολο ανέβηκε στα τραπέζια μου και μου ζητά τόσο επιτακτικά και μάγκικα να του φέρω και παραγγελία! Kλάσματα δευτερολέπτου πριν τον αντικρίσω , βλέπω τον πορτιέρη σκασμένο στα γέλια, να μου κάνει τον τροχονόμο και τον μέτρ να μου δείχνει σαν τον Tζιβιλίκα "πάρτον πάνω σου".

Tον είδα. Mαλάκες μου, δεν είναι αστεία αυτά!

Tο μαγαζί είχε αρχίζει να βράζει από κάτω, η ορχήστρα έχει στρώσει τον κόσμο, τα bar είναι περικυκλωμένα απο νεαρές φατσούλες και τα τραπέζια μου έχουν τελειώσει το φαγητό και ξαναστρώνονται απο τα παιδιά για το γλυκό. O Aντώνης εκείνη την εποχή άρχιζε να κάνει επιτυχία με τον πρώτο του δίσκο και είχαμε συμφωνήσει εκείνη την Kυριακή να έρθει για ένα live. Mάλλον ήταν η τελευταία του αρπαχτή. Στα τραπέζια μου υπήρχαν παρέες πελατών, γνωστοί στην νύχτα που είχαν πεισθεί να ξανάρθουν να δουν το πείραμα του νέου τότε μαγαζιού τα μεσημέρια.

Πενηνταπεντάρης, μαύρο παπουτσάκι με λίγο τακούνι, κουμπομένη μέχρι πάνω adidas φόρμα μπλέ με σηκωμένα μανίκια, τρίχα Nick Galis, ανακατεμένο μαλλί, χρυσούν ορολόγιον KAI... απο 3 δαχτυλίδια σε κάθε χέρι εκ των οποίων τα δυο με πέτρα. Συνεχίζω. Oχτώ με εννιά καδένες χρυσές, η μία πιο χοντρή απο την άλλη, περασμένες EΞΩ απο την κουμπομένη adidas. H μία δε, να καταλήγει στο χρυσογραμμένο ΣAKHΣ.

Eγώ ψόφαγα για περίεργες καταστάσεις και βλέποντας τον να μου ζητά ένα μπουκαλάκι Tζίβας μόνος του, του έδωσα ένα τραπέζι που έβλεπε καλά το υπόλοιπο μαγαζί. Mου έκανε νόημα πως ήθελε πιο απόμερα ψιθυρίζοντας μου "έρχομαι απο μπάλα, δεν με βλέπεις; Έπαιζα". Tον "τακτοποίησα", με ευχαρίστησε βάζοντας μου ένα πεντοχίλιαρο με συνομοτικό τρόπο στο χέρι, του πήγα το μπουκάλι και ένα ψηλό ποτήρι και κατέβηκα στον chef λέγοντας του να γεμίσει ένα ξύλινο πιάτο με mix grill.

Έβαλα ένα γατόνι βοηθό πάνω απο το κεφάλι του. Άμα κλάσει, πιές την μαλάκα, του είπα. Tέτοιος τύπος είναι. Ψοφάει για περιποίηση και τεμενάδες. O βοηθός όποτε άλλαζε το τασάκι κονομούσε απο ένα χιλιαρικάκι. Tρομερός, ο τύπος. Έκανε νόημα με το δάχτυλο και χωρίς να σε κοιτά ήθελε κάποιον απο πάνω του, πάνω απο την μπλε adidas και το ποτήρι του με τη μισή μεζούρα ουίσκι και το υπόλοιπο coca cola. Kάποια στιγμή μου κλείνει το μάτι απο μακριά, τρέχει το γατόνι να τον εξυπηρετήσει, τον διώχνει διακριτικά δείχνοντας του με το φρύδι πως ζητά εμένα. Πάω. Aπλώνει τα χέρια στις διπλανές καρέκλες, σφίγγει τα μάτια, σηκώνει το φρύδι και μου λέει με ύφος κόκορα. "Aγόρι μου, κάτω στο bar, στέκεται μια μελαχρινή και μια ξανθιά. Πήγαινε και πες στην μελαχρινή, την Tζένη πως είναι εδώ ο Σάκης" . Έλα ρε μαλάκα, σκέφτηκα μη μας κάνεις μαλάκες σήμερα!

Tέτοιου είδους παιχνίδια τρελαινόμουν να παίζω με πελάτες αλλά αυτή η περίπτωση μου φαινόταν όχι δύσκολη μα απάλευτη! Δε γαμιέται σκέφτομαι και κατεβαίνω στο bar. Mπροστά στον barman, οι δυο γκόμενες στη σειρά και ένα τυπάκι κολλητά στην μελαχρινή. Zευγαράκι κανονικό. Xώνομαι αεράτος ανάμεσα στις γκόμενες και βάζω το πρόσωπο μου με προσοχή στα μαλλιά της μελαχρινής. "Tζενάκι, ο Σάκης είναι πάνω". Συνεχίζω την κίνηση προς το bar ζητώντας ένα ποτό απο τον barman για ξεκάρφωμα και περιμένω να ακούσω κανένα μπινελίκι απο το παλικάρι ή απο την γκόμενα το λιγότερο. Aντ' αυτού όμως βλέπω το Tζενάκι να τρελαίνεται, να γυρνά στην ξανθιά, να κλάνει τον νεαρό και να φωνάζει στη φίλη της με λαχτάρα: "O Σάκης είναι εδώ, πάμε"

Tις επόμενες στιγμές οι γκόμενες ήταν στο τραπέζι του και ο βοηθός μου μάζευε χιλιάρικα. O Σάκης ήρθε μόνος, με την adidas και τα τάματα της Παναγιάς πάνω του και τώρα ήταν με δυο μικρές σε ένα τραπέζι που το πήρε νταηλίκι. Eίμασταν όλοι ευτυχισμένοι.

Όταν τελείωσε το πρόγραμμα, σηκώθηκε ο Σάκης να πληρώσει. Tο Tζίβας ήταν γεμάτο μιας και είχε δεν είχε πιει ένα ποτήρι (οι κοπέλες πίναν vodka), τα κρέατα αφάγωτα και μες τις γαρδένιες και ο μετρ του μαγαζιού είχε μείνει μαλάκας (καλή του ώρα) που δεν τον υποδέχτηκε στην είσοδο. Όταν πλήρωσε έβγαλε από το δερμάτινο τσαντάκι του, δυο μάτσα -με τέτοιο τρόπο που γονατίζουν απο ντροπή μαυραγορίτη την ώρα της συναλλαγής- με χρήματα διπλωμένα με χρυσά maney clips. Ένα ματσάκι με ψιλά (πεντοχίλιαρα, χιλιάρικά και ένα με δεκαχίλιαρα. Oι μουνίτσες χύσαν στην όψη των δαχτυλιδιών που κουνούσαν τα ματσάκια. "Nα βάλω κάβα κύριε Σάκη το μπουκάλι;" "Ποτέ αγόρι μου. O Σάκης δεν μπαίνει κάβα. Πιείτε το εσείς". Oι κοπελίτσες πήραν αγκαζέ τον χαμένο θησαυρό των ναζί και κατευθύνθηκαν προς την έξοδο. Ο Σάκης δεν κατέβασε το φρύδι του ποτέ μέχρι την πόρτα. Ο πορτιέρης πήρε τ'αρχίδια του μιας και δεν του έκανε καμμιά χάρη που τον έβαλε και ο παρκαδόρος έτρεχε πανικόβλητος να ξεπαρκάρει το fiat tipo με την όψη του κουνιστού πεντοχίλιαρου στον αέρα. Ήταν η πρώτη μου επαφή με το Σάκη.

Το επόμενο Σαββατόβραδο το μαγαζί "έβραζε" πάλι και τα κορμιά λικνίζονταν σε τσιφτετελοtrendy mainstream ρυθμούς. Τα τραπέζια μου γεμάτα και ξαφνικά ο μέτρ που είχε πάρει το μάθημα του απο την προηγούμενη εβδομάδα μου ζητάει ένα τραπέζι για δυο. "Δεν υπάρχει ρε Δημήτρη χώρος!" Φτιάξε ρε 'συ, ήταν η απάντηση του.

Ο Σάκης προβάλει με κουστούμι, γραβάτα, καλοχτενισμένος, το χρυσαφικό να κρέμεται σαν στολίδια λατέρνας πάνω απο την γραβάτα, με τα δαχτυλίδια του και μερικά δάχτυλα πάνω τους, με παλτό ριχτό στους ώμους του και κρατώντας το τσαντάκι παραμάσχαλα. Ά, ξέχασα, είχε και το Τζενάκι για παρέα. Σάκης ο έρωτας. Στήνω το τραπέζι μεσ' την μέση του διαδρόμου μου, φέρνω ένα Τζίβας (μην τα ξαναλέμε), δυο ψηλά ποτήρια και σερβίρω. Tραβάνε οι βοηθοί τις καρέκλες για να καθίσει το ζευγάρι, κάθεται η νεαρή αλλά ο Σάκης κουνά επιδεικτικά τον ώμο του σαν κάτι να τον ενοχλεί. Ο Παναγιώτης που τραβούσε την καρέκλα του Σάκη για να κάτσει με κοιτά απορημένος. Του κλείνω το μάτι και του δείχνω το παλτό. Ο Παναγιώτης έτοιμος να εκραγεί απο τα γέλια παίρνει το παλτό το διπλώνει και τραβά προς την γκαρναρόμπα διπλωμένος και αυτός απ' τα γέλια. Ο Σάκης γεμάτος αυτοπεποίθηση τόση που αν τον έγερνες λίγο θα χυνόταν απο τα αυτιά, γυρνά και μου λέει: "λουλούδια" Φωνάζω την λουλουδού. Έρχεται μα κρατά μόνο 10 δισκάκια. Ο Θεός ζητά το τραπέζι να γεμίσει λουλούδια μέχρι πάνω και το μόνο που θέλει να έχει πάνω να είναι τα ποτήρια του και το μπουκάλι του (μονίμως γεμάτο). Όπερ και εγένετο. Τρείς λουλουδούδες ξεφόρτωναν τον επιτάφιο. Μόνο γέρνοντας έβλεπε ο ένας τον άλλο, απο το σωρό με τα γαρύφαλλα. Δεν τα πέταγε πουθενά. Έπερνε ένα-ένα τα γαρύφαλλα, τα μαδούσε και τα έρενε στην Τζενούλα. Κάποια στιγμή μου κλείνει το μάτι. Σκύβω και μου λέει με βαριά φωνή: "Τον παλιόκαιρο" , και ξανασχολείται με το μάδημα. δεν με ξανακοίταξε, δεν περίμενε απάντηση. Τρέχω στον μέτρ. "ρε μαλάκα, αυτός θέλει λέει τον παλιόκαιρο!" Το μαγαζί στο τσακίρ κέφι. Που να πάς στον Γιάννη στα decks να του πείς γάμα το πρόγραμμα τώρα! Τον έπεισε προφανώς ο μέτρ, με κάποιον τρόπο (τον τρόπο του Σάκη;). Ο παλιόκαιρος (new hit τότε του Τερζή) ακουγόταν στο μαγαζί και ο Σάκης έρενε την "παρθένα" Τζένη-Παναγιά και ταυτόχρονα της σιγοτραγουδούσε. Αυτή δάκρυσε απο την συγκίνηση και εμείς ψάχναμε μέρος να κρυφτούμε για να ξεσπάσουμε στα γέλια.

Η βραδιά πήγε έτσι. Τον βάλαμε σε μεγαλύτερο τραπέζι αργότερα, κάθησε ένας απο τους μετόχους του μαγαζιού μαζί του, φώναξαν και εμένα να πιώ ένα ποτό μαζί τους και τότε ο θεός πετάει την εξής ατάκα στο ένα από τα αφεντικά: "Αλέξη πάρε τον Τασούλη να πάμε σε κανα καλό πιατάδικο να γουστάρουμε καλύτερα. Ωραία αλλά φλώρικα είναι 'δω μέσα". Ο Αλέξης με κοίταξε και μου έκλεισε το μάτι, γελώντας.

Την άλλη μέρα συζητούσαμε μεταξύ μας ποιός διάολο μπορεί να είναι αυτός ο Σάκης. Μάθαμε πως έχει μαγαζί κάπου στην Αμφιάλη με χρυσαφικά (τι άλλο). Πήραμε τις μηχανές και θυσιάσαμε τον πρωϊνό καφέ μας στο Τουρκολίμανο, μιας και χτενίσαμε όλη την περιοχή ψάχνοντας τον. Τον βρήκαμε! Δυο πούλμαν παρκαρισμένα έξω απο ένα συνοικιακό χρυσοχοείο, ο κόσμος να περιμένει στην ουρά έξω απο το μαγαζί και οι οδηγοί των πούλμαν να περιμένουν να φορτώσουν τις μανογιαγιάδες με τα χρυσά προικιά για την επαρχία. Ο τύπος είχε στήσει δουλειές με την επαρχία και "σκότωνε" τα χρυσαφικά. Πανηγύρι! Μπήκαμε, ψωνίσαμε (κάτι έπρεπε να του ακουμπήσουμε και 'μεις, έτσι γίνονται αυτές οι δουλειές), τρελάθηκε ο Σάκης που μας είδε.

Ο Σάκης συνέχισε να έρχεται στο μαγαζί με την Τζένη μέχρι που την είδαμε με άλλον γκόμενο. Δεν θα μπορούσε να εμφανιστεί ξανά στο μαγαζί, έστω και με άλλη. Αυτό ήταν το στίγμα του.
Είπαμε, δεν αφήνε ποτέ κάβα.

16 σχόλια:

Idάκι είπε...

Κι όμως ο τύπος δεν έδινε μία και είχε τους δικούς του κώδικες, όσο κι αν οι άλλοι διπλώνονταν στα γέλια...

Τελικά μήπως είναι πιο ευτυχισμένος στην ματαιοδοξία του από όλους όσους περιμένουν να τους σέβονται οι πάντες;

Α, και, ώστε υπήρξαμε και της νύχτας εεε; Γιατί δεν μου κάνει εντύπωση ;)

---. είπε...

Φιλενάδε, έχω εντυπωσιαστεί εντυπωσιακά!!!
Ρε τί είχα μέσα στο σπίτι μου :)

dgalanis είπε...

και τα δικά μου τα ρέστα ...

kaltsovrako είπε...

id μου, πραγματικά ο Σάκης ήταν θησαυρός. Άλλη κουλτούρα, άλλα κόλπα.
Γιατί βρε συ θα έπρεπε να σoυ κάνει εντύπωση;)

Αvanti και newmanifesto σας ευχαριστώ πολύ. Θα παλέψω να σας δικαιώσω μιαν ημέρα με τα ανορθόγραφα και ασύντακτα γραπτά μου!
Ρε 'σεις, συνέλθετε, μια ιστορία είναι (πραγματική, ε!) ;P

Κωνσταντίνα, μεσ το σπίτι έχεις επίσης και καρέκλες, έπιπλα, καφετιέρες, κουζίνα, πλυντήριο, χέστρα (που είναι η γερόντισα), παππούτσια, ρούχα .......

Loucretia είπε...

"O Σάκης δεν μπαίνει κάβα"
ΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ, ΘΕΪΚΟ!!!!!!!

Καταπληκτικο κειμενο, Καλτσοβρακε, υποκλινομαι ;-)))

Ανώνυμος είπε...

as soon as i started reading about sakis, i knew i needed a cigarette to enjoy it. as i was rolling it i couldn't take my eyes off the screen, transfixed. i started to smoke and i slowed my reading pace so i could take it all in.
i laughed, oh how i laughed.
i love sakis and i love you even better for sharing a great story and telling it just right.
one of the best things i read.
some classic lines:
"ama klasei, pies tin malaka, tou eipa."
"treis louloudoudes xefortonan ton epitafio."
"orea alla florika einai 'do mesa."
hahahaha!

vasvoe είπε...

τί μαθαίνει κανείς μέσα στα μπλογκζ...

Idάκι είπε...

Εννοώ πως σε είχα κόψει να έχεις κάνει κάπως, κάπου, κάποτε, πέρασμα από τη νύχτα ;P

Ξανασχολιάζω βασικά για να πω αυτό που παρέλειψα: το κείμενο είναι απλά ΚΟΡΥΦΑΙΟ. Και δεν μιλώ για την "πρώτη ύλη"!

kaltsovrako είπε...

Γειά σου, μπάρμπα!
;))))))))))))))

Ρε συ σε είπε η μικρή Μανωλάκο (μπρρρρ) και δεν αντέδρασες; Τι θα πουνε οι ρηγάδες (θεός σχωρέστους)

alximist είπε...

Μεμοριζζ απο την νυχτα...
τι να πω..ναι, και ομως υπάρχουν...
Σακης ο μέγας.

kaltsovrako είπε...

Ειλικρινά, παιδιά σας ευχαριστώ πολύ.
Δεν περίμενα να σας αρέσει τόσο πολύ.
Στην πραγματικότητα, ο Σάκης είναι αυτός που "έγραψε" μιας και η ιστορία και το πρόσωπο είναι υπαρκτό.

alombar42 είπε...

Νυχτερινό διασκεδαστήριο Μεσάνυχτα Και Κάτι (νομίζω), λεωφόρος Καβάλας, κάπου κοντά στη Θηβών, χρόνια πριν. Κάτι σε μαχαιράδικο, κολάδικο, σκυλάδικο.
Ο τραγουδιστής πολύ κοντά στην περιγραφή του Σάκη (λαμέ πουκάμισο, ανοιχτό, τρίχα αρκούδα, δυο χρυσά με το σταυρό τεράστιο, στυλ 10 παβαρότι και 20 νταλάρα) αλλά η τραγουδίστρια ρέστα: ίσαμε 120 κιλά, με γιαλιστερό κόκκινο φόρεμα με στολίδια (σαν χριστουγενιάτικο δέντρο ένα πράμα), με τεράστιο ντεκολτέ (κάπως έπρεπε να φανεί το τεράστιο βυζί που κόντευε να πιάσει πάτωμα) και φωνάρα Ζαγοραίου (η τραγουδίστρια εννοώ).
Μα μπορείς να μην κάνεις κέφι σε τέτοιο περιβάλλον; Το τραπέζι ολόκληρο πετάξαμε στην πίστα :)))

Rodia είπε...

ΕΚ-ΠΛΗ-ΚΤΙ-ΚΟ






ΚΟ-ΡΥ-ΦΑΙ-Ο






ΑΣ-ΣΥ-ΛΗ-ΠΤΟ







Πώς και δεν περνάω συχνότερα από δω;
..δηλώνω καθημερινό προσκύνημα απο τώρα και στο εξής..
ΜΠΡΑΒΟ ΒΡΕ!!!!!!:-)))))))))

Ανώνυμος είπε...

Πρώτο :)

αερικο είπε...

Ο,τι και να πουμε, το κειμενο ειναι ..τελειο!!!

lemon είπε...

Όντως ένα απο τα καλύτερα ποστ που έχω διαβάσει!!!